- Σατυρικάς
- Σατυρικά̱ς , Σατυρικόςsuiting a Satyrfem acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σατυρικάς — σατυρικά̱ς , σατυρικός suiting a Satyr fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)